Του Αλέξανδρου Κωστόπουλου,Προέδρου του Συνδέσμου Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών (Σ.Ε.Ο.Δι.)
Άρθρο δημοσιευθέν στην Εφημερίδα Το Βήμα Σάβατο 23 Αυγούστου 2008
Η χώρα, χρόνια τώρα, συγκλονίζεται από πρωτοφανείς αποκαλύψεις σκανδάλων, στα οποία φέρονται ως εμπλεκόμενα πρόσωπα της πολιτικής και οικονομικής ζωής. Δυστυχώς, οι αποκλαύψεις αυτές, δεν συντελούνται στα πλαίσια της διαδικασίας εξυγίανσης του δημόσιου βίου μέσω των θεσμικών οργάνων της συντεταγμένης πολιτείας αλλά, εντάσσονται το παιχνίδι της πολιτικής αντιπαράθεσης, αποτελούν συνήθως ενέργειες αντιπερισπασμού, ή αθέμιτου ανταγωνισμού παραγόντων πουδιεκδικούν οικονομικά ή πολιτικά οφέλη. Το χείριστο δε όλων είναι ότι οι παραβατικές αυτές πράξεις αποκαλύπτονται επιλεκτικά από παράγοντες που παρασιτούν στις παρυφές της πολιτικής και οικονομικής ζωής και αναδεικνύονται στο βαθμό που εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα και κατά συνέπειαν κατσκευάζονται στα δικά τους μέτρα, κυρίως μέσω των τηλεοπτικών παραθύρων, με όχημα τους διάφορους αυτόκλητους σωτήρες καιετερόκλητους φωστήρες της δημοσιογραφικής παρακουλτούρας. Τα φαινόμενα αυτά ευδοκιμούν όταν αδρανούν οι θεσμοί. Και παρατηρούμε μετά βαθυτάτης θλίψεως και οργής, ότι η λειτουργία της δικαιοσύνης να καταντά παρωδία στα τηλεοπτικά κανάλια, να διεκτραγωδείται στα τηλεπαράθυρα, και οι ‘αποφάσεις’ της, να υπαγορεύονται ευθέως από τα διάφορα κέντρα των ανόμων αυτών συμφερόντων. Η διαδικασία αυτή της αποκάλυψης των σκανδάλων, έχουσα ως στόχο διάφορα πρόσωπα ή αντίπαλα συμφέροντα, που αποσκοπεί δηλαδή σε ιδιωτελείς και άνομους στόχους, δεν έχει φυσικά σαν αποτέλεσμα την ποθούμενη κάθαρση του δημόσιου βίου, αλλά επιτείνει το πρόβλημα της ηθικής σήψης που ταλανίζει τη χώρα. Η διαδικασία αυτή που στοχεύει στην αντεκδίκηση προσώπων ή αντιπάλων συμφερόντων και όχι στο πρόβλημα καθεαυτό, δεν θεραπεύει τις αιτίες, αλλά επιδεινώνει τα συμπτώματα. Και τα συμπτώματα αυτά, οι παράμετροι δηλάδή της λεγόμενης διαπλοκής, είναι οικονομικά και κοινωνικά.
Η οικονομική παράμετρος της διαπλοκής, εκφράζεται από το μαύρο χρήμα- προϊόν της αθέμιτης συναλλαγής, και συνεπικουρείται από τη γραφειοκρατία.Το μαύρο χρήμα, προϊόν της μυστικής συναλλαγής, κυκλοφορεί χωρίς ταυτότητα από θηλακίου εις θηλάκιον μέσω των σκοτεινών διαδρόμων και ατραπών, για να καταλήξει τελικά στο εξωτερικό, ή σε πολυτελείς και αντιπαραγωγικούς προορισμούς. Το μαύρο χρήμα δεν διοχετεύεται στην παραγωγή, αντιθέτως συντηρεί τις παρασιτικές δραστηριότητες, για τις οποίες, δεν εκδίδονται νόμιμα παραστατικά, αφού δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η αιτία της συναλλαγής. Το φαινόμενο έχει δυσμενείς δημοσιονομικές συνέπειες, αφού η Πολιτεία στερείται του αναλογούντος φόρου της συναλλαγής, πράγμα που οδηγεί στην επιβάρυνση των πολιτών με επιπρόσθετους φόρους ή την αποστέρηση της χώρας από τις αναγκαίες δημόσιες επενδύσεις, που θα συνέβαλλαν με τη σειρά τους στην βελτίωση των έργων υποδομής, πράγμα που θα οδηγούσε στην βελτίωση της αποδοτικότητος της εθνικής οικονομίας και συνακόλουθα της ευμερίας του πολίτη.
Το άλλο συστατικό στοιχείο της αθέμιτης συναλλαγής είναι οι περίφημες μίζες, οι οποίες αυξάνουν το τίμημα της συναλλαγής με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός με πρόσθετο κόστος, πράγμα που συντελεί στην αύξηση του κόστους των δημοσίων δαπανών, και κατά συνέπειαν στη μείωση των επενδύσεων, ή στην στην αύξηση της φορολογίας η οποία αποτελεί αντικίνητρο για επενδύσεις και την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων για επενδύσεις, δηλαδή στην μείωση του εθνικού εισοδήματος, στη δυσπραγία της εθνικής οικονομίας με συνέπεια και πάλιν την ανάγκη για αύξηση της φορολογίας. Η τοποθέτηση του προϊόντος της παράνομης συναλλαγής στο εξωτερικό, επιβαρύνει στην ουσία το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, μειώνει την οικονομική οντότητα της χώρας, και υποβαθμίζει την δανειοληπτική της ικανότητα. Η τοποθέτηση επίσης του μαύρου χρήματος σε πολυτελείς και καταναλωτικούς προορισμούς, λειτουργεί παρελκυστικά στην παραγωγικότητα της οικονομίας, αφού δημιουργεί ζήτηση σε μη παραγωγικά αγαθά, αυξάνει τον πληθωρισμό, πράγμα που πλήττει τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις.
Η όλη διαδικασία της λεγόμενης διαπλοκής, συνεπικουρείται από την γραφειοκρατία, την πολυνομία, την έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών αλλά κυρίως από την χαλαρή ηθική των ολίγων πολιτικών παραγόντων. Ενισχύεται από την κομματικοποίηση της πολιτικής, που σημαίνει, πάνω απ” όλα, τον ανελέητο κομματικό ανταγωνισμό για την εξουσία, πράγμα που οδηγεί στην αδήριτη ανάγκη για την εξεύρεση σημαντικών χρηματικών πόρων για την διεκδίκηση της εξουσίας, άρα την ΄μιζοποίηση’ της πολιτικής. Η παράνομη συναλλαγή αποτελεί το όνειδος και δυστυχώς τον κανόνα για τη χώρα μας. Ο εθισμός στις παράνομες αυτές δραστηριότητες οδηγεί στην υποβάθμιση της φορολογικής συνείδησης των πολιτών και την χαλάρωση κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής. Οδηγεί επίσης στην διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, στην ανισοκατανομή του εθνικού πλούτου, και στην αύξηση του του πληθυσμού κάτω από τα όρια της φτώχειας.
Τι πρέπει να γίνει. Η αναβάθμιση του πολιτικού πολιτισμού και της ηθικής του πολιτικού κόσμου, ως θεσμικά ηγέτιδος και καθοδηγητικής δύναμης της χώρας μας, θα συνέβαλλε καταλυτικά στην θεραπεία του φαινομένου της διαφθοράς. Αυτό όμως φαίνεται αρκετά δύσκολο προς το παρόν, αφού παράγοντες της πολιτικής είναι κυρίως οι προταγωνιστές του φαινομένου. Ένα άλλο πολύ σημαντικό μέτρο θα ήταν η κατάργηση της γραφειοκρατίας που ενισχύει τη διαφθορά. Η διαδιασία αυτή φαίνεται σχεδόν ακατόρθωτη για το παρόν, αφού οχι μόνον απαιτεί πολύ χρόνο να εφαρμοστεί, απαιτεί επίσης πολιτικό θάρρος και πολιτική ΄αυτοθυσία’, αφού θεωρείται επιβεβλημένη η σύγκρουση με τα παντός είδους συμφέρονται που αναπτύσσονται και γιγαντώνονται, τόσο στο ίδιο το σώμα της δημόσιας διοίκησης, όσο και στο οικονομικό περιβάλλον, αφού απαιτείται η σύμπραξη και των δύο για την αθέμιτη συναλλαγή. Η θωράκιση της διαφάνειας των συναλλαγών της δημόσιας διοίκησης με την ιδιωτική οικονομία με αδιάβλητους ελεγκτικούς μηχανισμούς, θα συνέβαλλε επίσης αποφασιστικά στην περιστολή του φαινομένου.
Πάνω απ” όλα όμως αυτό που θα επέφερε αποφασιστικό χτύπημα στην διαφθορά, θα ήταν η ευρεία πολιτική συναίνεση όλου του πολιτικού φάσματος. Δυστυχώς όμως, τα πολιτικά μας ήθη ευρίσκονται στην εποχή του homo canniabalis. Ότι αποτελεί θέση για την μία παράταξη, αποτελεί άρνηση για την άλλη. Ότι αποτελεί ζωή για το ένα κόμμα αποτελεί θάνατο για το άλλο. Η βουλή των Ελλήνων, αντί να αποτελεί χώρο ανάλυσης και σύνθεσης προτάσεων και ιδεών για το καλό της χώρας, λειτουργεί συνήθως ως κολοσσαίο εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων. Η παραοικονομία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το τριάντα τοις εκατό του εθνικού εισοδήματος, περίπου 15 δις Ευρώ. Μπορεί να φανταστεί κανείς τι θα εσήμενε για την οικονομία μας άν τα χρήματα αυτά από τα υπόγεια κανάλια της παραοικονομίας και διαφθοράς, διοχετεύοταν στο χώρο της υγειούς οικονομίας; Η χώρα μας θα ήταν πολύ πιο πλούσια και οι πολίτες της θα ζούσαν αξιοπρεπώς. Ας τα αναλογιστούν αυτά οι έχοντες την ευθύνη και οι κατέχοντες την εξουσία.