Η χώρα μας έχει εισέλθει σε ένα φαύλο κύκλο μνημονίων και σεναρίων διάσωσης ία οποία ίο μόνο που επιτυγχάνουν είναι η επιδείνωση ίου δημοσιονομικού μας προβλήματος. Γι’ αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια προσπάθεια διάσωσης του ευρώ, με την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου σχεδίου σωτηρίας της χώρας
μας επιδιώκει να θέσει αυτό το σχέδιο ως ανάχωμα στο ενδεχόμενο ενός ντόμινο ανεξέλεγκτων εξελίξεων στο χώρο της Ευρωζώνης.
Με το σχέδιο αυτό, η οικονομική κρίση επιχειρείται να θεραπευθεί με μια σειρά μέτρων που έχουν δυστυχώς, ως κοινό παρονομαστή την εισπρακτική λογική, δηλ. την αντιμετώπιση της ρευστότητας και που υπακούει σε μια σειρά από οξύμωρα σχήματα:
- Η εισπρακτική, ισοπεδωτική λογική των μέτρων αφαιρεί από την οικονομία, αυτό που ακριβώς χρειάζεται: τη ρευστότητα. Η επιδείνωση της ρευστότητας οδηγεί νομοτελειακά στην κατάρρευση της οικονομίας.
- Η σωτηρία μας επιχειρείται να επιτευχθεί με ταπεινωτικούς όρους υποτέλειας και ξεπουλήματος της χώρας, γι’ αυτό θίγει τη στοιχειώδη αρχή της εθνικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδα μας. Αυτό λανσάρεται ως σωτηρία!
- Η κρίση επιχειρείται να θεραπευθεί από αυτούς που τη δημιούργησαν, κατά συνέπεια δεν διαθέτουν το απαραίτητο συμβολικό και πολιτικό κεφάλαιο. Επιπλέον, η λογική των μέτρων αυτών είναι αντίθετη με την ιδεολογία του κόμματος που είναι στην εξουσία.
Όμως το κρίσιμο σημείο είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει μέχρι τώρα επιδιώξει την εξυγίανση του δημόσιου τομέα, αφού το δημοσιονομικό μας πρόβλημα δημιουργείται κατά κύριο λόγο, από τη διόγκωση του δημόσιου τομέα. Εάν δεν μειωθεί ο το κόστος του δημόσιου τομέα για να προκύψει πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό, η εξυπηρέτηση του χρέους είναι αδύνατη.
Όμως ο δημόσιος τομέας παραμένει στο απυρόβλητο των προθέσεων της κυβέρνησης, καθώς αυτός αποτελεί το ποιμνιοστάσιο, δηλαδή την εκλογική πελατεία των κομμάτων και ως εκ τούτου παραμένει αλώβητος και ακέραιος.
Το μεσοπρόθεσμο διαλαμβάνει μέτρα, ισοπεδωτικής και εισπρακτικής λογικής, κατά συνέπεια πλήττουν τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα, και ως εκ τούτου χαρακτηρίζονται κοινωνικά άδικα. Επιπλέον, αφαιρούν και την τελευταία ικμάδα ρευστότητας στην αγορά και βυθίζουν ακόμη περισσότερο την οικονομία στα τάρταρα της εξαθλίωσης.
Το μνημόνιο, επίσης, περιλαμβάνει μέτρα που αναφέρονται σε θέματα εθνικής κυριαρχίας, εδαφικής ακεραιότητας, και σε θέματα που προσδιορίζουν την ταυτότητα και το πολιτιστικό επίπεδο της κοινωνίας μας, όπως είναι η παιδεία, τη δικαιοσύνη, η υγεία. Ως εκ τούτου, αποτελούν μέτρα που προσβάλλουν την εθνική υπερηφάνεια του λαού μας. Η αποδοχή και υπογραφή μνημονίων αυτής της μορφής αποτελεί πράξη που ισοδυναμεί με εθνική υποτέλεια.
Το μεσοπρόθεσμο σχέδιο στην ουσία του, προβλέπει την μείωση (κούρεμα) της αξίας του χρέους προς τους ιδιώτες ομολογιούχους κατά 20%. Αυτό συνεπάγεται τη μείωση του χρέους από 156% στο 132% του ΑΕΠ. Όμως για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους, η μείωση έπρεπε να ήταν 50% περίπου, κάτι που θα το οδηγούσε στα επίπεδα του 60% του ΑΕΠ στην καλύτερη περίπτωση. Δεδομένου ότι τα ελληνικά ομόλογα ανταλλάσσονται στην αγορά κατά 30%-40% κάτω από την ονομαστική τους αξία, η διαφορά 10%-20% αποτελεί “δώρο’ στους τραπεζίτες και έτσι η χώρα μας έχασε την ευκαιρία να καταστήσει βιώσιμο το χρέος της. Γιατί έγινε αυτό; Προφανώς διότι η κρίση από την αρχή, ίσως κάτω από την πίεση των άμεσων ταμιακών αναγκών, αντιμετωπίστηκε ως πρόβλημα ρευστότητας και υποβαθμίστηκε η μακροπρόθεσμη οικονομική της προοπτική.
Έτσι, στις διαπραγματεύσεις της 21ης Ιουλίου η χώρα μας εμφανίστηκε χωρίς σχέδιο εθνικής στρατηγικής και χωρίς να υποστηρίξει τη δραστική μείωση του χρέους κατά 50%. Τη στιγμή μάλιστα που μας “παρασημοφόρησαν’ με το στίγμα της “επιλεκτικής χρεοκοπίας’, φρονούμε ότι υπήρχαν περιθώρια διαπραγμάτευσης για τη μείωση του χρέους σε βιώσιμα επίπεδα.
Τώρα, εφαρμόζοντας την απλή αριθμητική, διαπιστώνουμε ότι τα νούμερα αρνούνται να επαληθεύσουν τις κυβερνητικές ζητωκραυγές, διότι “δεν βγαίνουν1. Και εξηγούμεθα: Με το μεσοπρόθεσμο, οι τόκοι του χρέους θα είναι 20 περίπου δισ. ευρώ το χρόνο επί τριάντα χρόνια, πράγμα που ισοδυναμεί με το 25% των δημοσίων εσόδων.
Σήμερα όμως το δημόσιο έλλειμμα ανέρχεται στο 25% των εσόδων. Αυτό σημαίνει ότι εφεξής το ετήσιο πλεόνασμα πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο με 25%, αφού οι τόκοι αντιπροσωπεύουν το 25% των εσόδων.
Για να προκύψει αυτό το πλεόνασμα θα πρέπει να συμβούν επαναστατικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο χώρο της οικονομίας, της δημόσιας διοίκησης και της κρατικής μηχανής. Δηλαδή: Να κατεδαφιστεί ο φαύλος και σπάταλος δημόσιος τομέας. Να χτυπηθεί δραστικά η γραφειοκρατία και η διαφθορά. Να συλ- ληφθεί η φοροδιαφυγή. Να εφαρμοστεί ο νόμος, ώστε να διασφαλιστεί η προστασία των επιχειρήσεων και του πολίτη. Να είναι πιο αποτελεσματική η κρατική μηχανή, η εκτελεστική εξουσία. Και προ πάντων να υπάρξει αναπτυξιακός προσανατολισμός της οικονομίας μας. Είναι δυνατόν να εφαρμοστούν όλα αυτά; Δεν θα τα πίστευε και ο πλέον αισιόδοξος.
Ο υδροκεφαλισμός και η διαφθορά στο δημόσιο τομέα, μαζί με τη γραφειοκρατία και τη φοροδιαφυγή αποτελούν το τρίπτυχο της αθλιότητας της ελληνικής πραγματικότητας. Αν δεν χτυπηθούν τα συγκοινωνούντα αυτά δοχεία της ελληνικής παρακμής, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση στο δημοσιονομικό μας πρόβλημα. Αυτό καθόλου δεν προκύπτει από τα διάφορα μνημόνια, αλλά και τους στόχους της κυβέρνησης.
Η έξοδος από την κρίση είναι έργο τιτάνιο, αφού κρίνεται το μέλλον του πολιτειακής υπόστασης του Ελληνισμού. Η χώρα μας χρειάζεται επειγόντως ένα θαρραλέο σχέδιο ηθικής, διοικητικής και οικονομικής ανόρθωσης. Χρειάζεται ένα εθνικό μακρόπνοο πρόγραμμα για την έξοδο της χώρας από την παρακμή και την ένταξή της στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Χρειάζεται ένα νέο οικονομικό και κοινωνικό συμβόλαιο απαλλαγμένο από τα στερεότυπα του παρελθόντος με συγκεκριμένες ιδέες και ορατούς στόχους.
Όμως, το πολιτικό μας προσωπικό, ακόμη και τώρα, στις κρίσιμες αυτές ώρες, φαίνεται να παραμένει εγκλωβισμένο στο σύνδρομο του λαϊκισμού και της μικροπολιτικής. Το πολιτικό κόστος να υπερτερεί του δημόσιου συμφέροντος.
Αφού η λύση δεν έρχεται από το πολιτικό μας προσωπικό, θεωρούμε όη πρέπει να σημάνει εθνικός συναγερμός για την κινητοποίηση της αξιοποίησης του εθνικού μας κεφαλαίου εκείνου που δεν έχει αναλωθεί: Που είναι οι κορυφαίες προσωπικότητες της χώρας μας, εκείνοι που έχουν καταξιωθεί στο στίβο της δραστηριότητάς τους, επιστημονικό, επαγγελματικό, κοινωνικό.
Με τη σοφία, τη γνώση και το κύρος τους, μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στη έξοδο της χώρας μας από τη σημερινή κρίση και την παρακμή που καταδυναστεύει τη χώρα μας τα τελευταία 35 χρόνια. Ελπίζουμε ότι σύντομα θα σημάνει η ώρα των επιφανών Ελλήνων.